Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκόντε
ουσιαστικό αρσενικό variante di [κόντες] κοντέσα ουσιαστικό θηλυκό femminile di [κόντες] κόντης ουσιαστικό αρσενικό variante di [κόντες] κούντε ουσιαστικό αρσενικό variante di [κόντες] κούντης ουσιαστικό αρσενικό variante di [κόντες] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |