Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κιόλα
επίρρημα

variante popolare di [κιόλας]

κιόλας  
επίρρημα

1 già, di già πήγε κιόλας έντεκα; == sono già le undici? | έφαγες κιόλας; == hai mangiato di già?
2 pure, persi`no, per di più όχι μόνο τον έβρισε, αλλά τον χτύπησε κιόλας == non solo l'ha insultato, ma l'ha picchiato pure

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κινώ κίονας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---