Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
κατς
ουσιαστικό ουδέτερο
sport
catch ~m~
/κάτς/
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< κατρουλού
κατσαβίδι >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
κατραπακιά
{χωρ. γεν....
κατρουλής
[ουσ αρσ ]
κατρουλιάρης
[επίθ.]
κατρουλιό
[ουσ ουδ.]
κατρουλού
[θηλ.ουσ]
κατς
[ουσ ουδ.]
κατσαβίδι
{κατσαβιδ-...
κατσάβραχα
{χωρ. γεν....
κατσάβραχο
[ουσ ουδ.]
κατσάδα
{χωρ. γεν....
κατσαδιάζω
{κατσάδιασ...
κατσάδιασμα
[ουσ ουδ.]
κατσαδιασμένος
[επίθ.]
κατσαμάκι
[ουσ ουδ.]
κατσαρίδα
[θηλ.ουσ]
κατσαρόλα
{χωρ. γεν....
κατσαρομάλλης
{κατσαρομά...
κατσαρός
[επίθ.]
κατσαρός
[ουσ αρσ ]
κατσάρωμα
[ουσ ουδ.]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis