Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κατάλυμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

allo`ggio ~m~ provviso`rio βρίσκω κατάλυμα == trovare un alloggio | παρέχω κατάλυμα == offrire un alloggio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κατάλοιπος καταλυμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---