Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καταλλήλως  
επίρρημα

((arcaico)) debitame`nte, a dove`re, nel modo giu`sto, a tono έγγραφo καταλλήλως συμπληρωμένo == modulo debitamente compilato | με πρόσβαλε, και τον απάντησα καταλλήλως == lui mi ha offeso, e io gli ho risposto a tono | θα τον περιπoιηθώ καταλλήλως! == lo sistemo per bene!, come si merita!, lo concio per le feste!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καταλληλότητα καταλογάδην  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---