Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καλομαθαίνω  
ρήμα αμετάβατο

abitua`rsi troppo bene καλόμαθε να ξυπνά αργά το πρωί == si è abituato a svegliarsi tardi la mattina

καλομαθαίνω
ρήμα μεταβατικό

1 impara`re bene καλόμαθε την τέχνη του == ha imparato bene il suo mestiere
2 abitua`re troppo bene, vizia`re σαν πoλύ σε έχoυν καλoμάθει οι γονείς σου! == i tuoi genitori ti hanno abituato un po' troppo bene

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καλολογικός καλομέλας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---