Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κάκωση  
ουσιαστικό θηλυκό

medicina lesio`ne ~f~, contusio`ne ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κακώς καλά  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η κρανιακή κάκωση = trauma [αρσ.] cranico


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---