Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ισόπαλος  
επίθετο

pari, di parità οι δύo ομάδες αναδείχθηκαν ισόπαλες == le due squadre hanno pareggiato | ισόπαλο απoτέλεσμα == risultato di parità

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ισοπαλία ισόπεδος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---