Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόιπποτισμός
ουσιαστικό αρσενικό 1 cavalleri`a ~f~ 2 (fig) comportame`nto ~m~ cavallere`sco, lealtà ~f~, cavalleri`a ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |