Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ηρωίνη  
ουσιαστικό θηλυκό

chimica eroi`na ~f~ πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης == è morto per un'overdose di eroina

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ηρωικώτερος ηρωινισμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---