Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γυναικόπαιδα  
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός

le donne ~fp~ e i bambi`ni ~mp~ στις σωσίβιες λέμβους μπήκαν πρώτα τα γυναικόπαιδα==le donne e i bambini entrarono per primi nelle barche di salvataggio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γυναικομάνι γυναικοπρεπής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---