Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγήπεδο
ουσιαστικό ουδέτερο 1 terre`no ~m~; a`rea ~f~ (fabbricabile) 2 sport campo ~m~ sporti`vo; terre`no ~m~ di gio`co; sta`dio ~m~ γήπεδο ποδοσφαίρου==campo da calcio 3 sport ποδόσφαιρο campo ~m~ di ca`lcio; sta`dio ~m~ πάμε στο γήπεδο;==andiamo allo stadio permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατο γήπεδο τέννις = campo [αρσ.] da tennis Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |