Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγηγενής
επίθετο nati`vo; auto`ctono γηγενής ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό 1 abori`geno ~m~ 2 indi`geno ~m~ 3 nati`o ~m~ 4 nati`vo ~m~ 5 origina`rio ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |