Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόγαλόπουλα
ουσιαστικό θηλυκό zoologia tacchi`no ~m~, tacchi`na ~f~ γαλόπουλο ουσιαστικό ουδέτερο variante di [γαλόπουλα] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |