Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φυλάγω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 badare a
2 [φρουρώ] custodire
3 [προστατεύω] difendere
4 [τηρώ] risparmiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φυλάγομαι φύλακας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---