Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόφύλαξη
ουσιαστικό θηλυκό custodia, guardia permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη φύλαξη αποσκευών = deposito [αρσ.] bagagli Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |