Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


φτερό
ουσιαστικό ουδέτερο

1 piuma
2 [φτερούγα] ala
3 [ξεσκονίσματος] piumino
4 auto parafango

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  φτερνοκοπώ φτεροκοπώ  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---