Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόευρωκομουνιστής
ουσιαστικό αρσενικό eurocomunista ~mf~ ευρωκομουνίστρια ουσιαστικό θηλυκό femminile di [ευρωκομουνιστής ^-ή, ο^] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |