Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεξέλιξη
ουσιαστικό θηλυκό 1 svilu`ppo ~m~ δραματικές εξελίξεις == drammatici sviluppi | αναμένονται περαιτέρω εξελίξεις == si attendono ulteriori sviluppi della situazione 2 filosofia biologia evoluzio`ne ~f~ 3 ((figurato)) svilu`ppo ~m~, progre`sso ~m~ η εξέλιξη της κοινωνίας == lo sviluppo della società permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |