Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εσπερινός  
επίθετο

vesperti`no, seroti`no, sera`le εσπερινή πρoσευχή == preghiera serale

Εσπερινός
ουσιαστικό αρσενικό

ecclesiastico vespro ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εσπεριδοειδή έσπερος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---