Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επίσπευση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 accelerame`nto ~m~
2 accelerazio`ne ~f~
3 anticipazio`ne ~f~
4 anti`cipo ~m~
5 sollecitame`nto ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επισπεύδω επισταλία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---