Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπικοινωνία
ουσιαστικό θηλυκό 1 comunicazio`ne ~f~ διακόπηκε η επικoινωνία == la comunicazione si è interrotta | μέσα μαζικής επικοινωνίας == mezzi di comunicazione di massa 2 conta`tto ~m~ είμαστε καθημερινά σε επικoινωνία == ci teniamo quotidianamente in contatto permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |