Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επίδεσμοι  
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

1 benda`ggi ~mp~
2 bendatu`ra ~f~
3 fasciatu`ra ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επίδεση επίδεσμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---