Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόενεργός
επίθετο 1 attivo ενεργό ηφαίστειo == vulcano attivo | παίρνω ενεργό μέρος σε κάτι == prendere parte attiva in qualcosa | εγκαταλείπω την ενεργό πολιτική == abbandonare la politica attiva | επιστρέφω στην ενεργό δράση == ritornare ad una vita attiva 2 economia circola`nte ενεργό κεφάλαιo == capitale circolante permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |