Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόένας
άρθρο* un, u`no ένας απόλυτο αριθμητικό επίθετο uno ένας διάδρομος == un corridoio | ένας λόφος == una collina | μία φωτογραφία == una fotografia | μια αίθουσα == un'aula | ένα ράφι == uno scaffale | ένα φτυάρι == una pala ένας αόριστη αντωνυμία uno, un tale είδα έναν που προπαθούσε να παραβιάσει την πόρτα == ho visto uno che cercava di forzare la porta | ένας στούς πέντε == uno su cinque | είναι ένα και το αυτό == è / sono tutt' uno, è / sono la stessa cosa | ένα ποτήρι παγωμένο νερό είναι ένα κι ένα για τη δίψα == quando hai sete, non c'è niente di meglio che un bicchier d'acqua gelata | οι συνεργάτες του είναι ένας κι ένας == i suoi collaboratori sono uno migliore dell'altro | ένας ένας == (ad) uno ad uno, uno alla volta, uno dopo l'altro | μία σου και μία μού == oggi a te domani a me | άμα δεν πάψεις, θα σου δώσω μια! == se non la smetti, te ne darό uno di quelli! | του 'δωσε μια στο σαγόνι == l'ha colpito al mento | μια(ς) και… == dato che, dal momento che… | πάρ' τον έναν και χτύπα τον άλλον == uno vale l'altro, sono uno peggio dell'altro | (o) ένας ο άλλος == (l') uno, l'altro | o ένας τον άλλον == l'un l'altro | μην ακούς τι λέει o ένας και o άλλος == non stare a sentire cosa dice Tizio, Caio e Sempronio | ένα από τα δύο == delle due l'una | έκανε ένα κρύο, μα ένα κρύο! == faceva un freddo, ma un freddo!; faceva un freddo che non ti dico permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαακόμα ένας = ancora un altro Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |