Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεναρμόνιση
ουσιαστικό θηλυκό 1 acco`rdo ~m~ 2 adattabilità ~f~ 3 adattame`nto ~m~ 4 armonizzazio`ne ~f~ 5 concorda`nza ~f~ 6 pacificazio`ne ~f~, ravviciname`nto ~m~, riconciliazio`ne ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |