Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ενάργεια  
ουσιαστικό θηλυκό

chiare`zza ~f~, nitide`zza ~f~, nito`re ~m~, limpide`zza ~f~, vive`zza ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εναποτίθεμαι εναργέστατος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---