Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εναντιώνομαι  
ρήμα παθητικό

oppo`rsi, anda`re contro εναντιώνομαι στη θέληση κάποιου == opporsi al volere di qualcuno

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εναντιωματικός εναντίωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---