Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εναλλάσσομαι
ρήμα παθητικό

alterna`rsi, avvicenda`rsi τα δυο κόμματα εναλλάσσονται στη διακυβέρνηση της χώρας == i due partiti si avvicendano nel / al governo del paese

εναλλάσσω  
ρήμα μεταβατικό

1 alterna`re
2 alterna`rsi
3 avvicenda`re
4 intervalla`re
5 scagliona`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εναλλάξ εναλλασσόμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---