Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόέμπειρος
επίθετο espe`rto, pra`tico εμπειρότατος επίθετο superlativo di [έμπειρος] εμπειρότερος επίθετο comparativo di [έμπειρος] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |