Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εμβολιάζομαι
ρήμα παθητικό

connatura`rsi

εμβολιάζω  
ρήμα μεταβατικό

1 medicina vaccin`are
2 botanica φύτα innest`are

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εμβολή εμβολιασμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---