Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκφώνηση  
ουσιαστικό θηλυκό

il pronunzia`re ~m~, il dire ~m~ (a voce alta) εκφώνηση ομιλίας == il pronunciare un discorso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εκφώνημα εκφωνήσιμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---