Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εκφωνητής  
ουσιαστικό αρσενικό

annunciato`re ~m~ εκφωνητής ειδήσεων == annunciatore del telegiornale, speaker

εκφωνήτρια
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [εκφωνητής ^-ή, ο^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εκφωνήσιμος εκφωνούμαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---