Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεφορεία
ουσιαστικό θηλυκό soprintende`nza ~f~, sovrintende`nza ~f~ εφoρεία αρχαιοτήτων == soprintendenza archeologica / ai beni culturali permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |