Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δόλιος {1}  
επίθετο

sventura`to; povere`tto η δόλια η μάνα του…==quella poveretta di sua madre…

δόλιος {2}
επίθετο

1 pe`rfido; i`nfido; su`bdolo
2 fraudole`nto; slea`le δόλιος νους==mente perfida

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δολιευτικός δολιότητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---