Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
δολερός
επίθετο
1
illuso`rio
2
ingannato`re
3
inganne`vole
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< δολερά
δολερότητα >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
δόκτορας
{χωρ. γεν....
δοκτορέσα
[θηλ.ουσ]
δόκτωρ
{δόκτορος}
δολάριο
{δολαρί-ου...
δολερά
[επίρ.]
δολερός
[επίθ.]
δολερότητα
[θηλ.ουσ]
δόλια
[επίρ.]
δολιεύομαι
{δολιεύθηκ...
δολιευτικός
[επίθ.]
δόλιος {1}
[επίθ.]
δόλιος {2}
[επίθ.]
δολιότητα
[θηλ.ουσ]
δολιοφθορά
[θηλ.ουσ]
δολιοφθορέας
{δολιοφθορ...
δολιχοδρομία
[θηλ.ουσ]
δολιχοδρομώ
{δολιχοδρο...
δολιχοκεφαλία
[θηλ.ουσ]
δολιχοκέφαλος
[επίθ.]
δολιχοκέφαλος
[ουσ αρσ ]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis