Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διεκδικητής  
ουσιαστικό αρσενικό

1 rivendicato`re ~m~
2 aspira`nte ~m~; pretende`nte ~m~

διεκδικήτρια
ουσιαστικό θηλυκό

1 femminile di [διεκδικητής ^-ής, ο^]
2 rivendicatri`ce ~f~
3 aspira`nte ~f~; pretende`nte ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διεκδικήσιμος διεκδικητικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---