Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιεκπεραίωση
ουσιαστικό θηλυκό 1 compime`nto ~m~ διεκπεραίωση μιας αποστολής==compimento di una missione 2 εγγράφων disbri`go ~m~; espletame`nto ~m~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |