Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιάσημος
επίθετο famo`so; ce`lebre; illu`stre γίνομαι διάσημος==diventare famoso | διάσημος γλύπτης==illustre scultore διασημότατος επίθετο superlativo di [διάσημος] διασημότερος επίθετο comparativo di [διάσημος] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |