Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διαλαλώ  
ρήμα μεταβατικό

1 proclama`re; diffo`ndere
2 reclamizza`re; vanta`re διαλαλώ την πραμάτεια μου==reclamizzare la propria merce
3 re`ndere noto πήγε και το διαλάλησε σ' όλον τον κόσμο==l'ha gridato ai quattro venti

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαλαλητής διαλαμβάνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---