Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιακατέχω
ρήμα μεταβατικό αίσθημα possede`re; pervade`re ένα αίσθημα χαράς με διακατέχει==un senso di gioia mi pervade permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |