Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιαβολοκόριτσο
ουσιαστικό ουδέτερο diavole`ssa ~f~ διαολοκόριτσο ουσιαστικό ουδέτερο variante di [διαβολοκόριτσο] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |