Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδά
μόριο 1 ((con valore rafforzativo)) che no!, Ma neanche per idea! 2 ((con valore dimostrativo)) σ' ένα τόσο δα σπιτάκι να μένουν τόσοι άνθρωποι!==abitare cosi in tanti in una casa cosi piccola! | τώρα δα θα σου τηλεφωνούσα==proprio adesso ti avrei telefonato, stavo proprio per telefonarti permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |