Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόχτένισμα
ουσιαστικό ουδέτερο 1 pettinatura, messa in piega 2 [κείμενο] ritocco, revisione (f) 3 [senso figurato] controllo permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |