Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χαροποιώ
ρήμα μεταβατικό

1 allietare
2 animare
3 compiacere
4 consolare
5 esilarare
6 rallegrare (vt)
7 rasserenare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χαροποιούμαι χάρος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---