Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόχάρτης
ουσιαστικό αρσενικό carta permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαο γεωγραφικός χάρτης = carta [θηλ.] geografica || οδικός χαρτής = carta [θηλ.] stradale || ο τοπογραφικός χάρτης = pianta [θηλ.] | mappa [θηλ.] Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |