Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβραχύτης
ουσιαστικό θηλυκό forma letteraria di [βραχύτητα ^-ας, η^] βραχύτητα ουσιαστικό θηλυκό brevità ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |