Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόβράχυνση
ουσιαστικό θηλυκό 1 abbreviame`nto ~m~ 2 abbreviazio`ne ~f~ 3 raccorciame`nto ~f~ 4 scorciame`nto ~f~ 5 scorciatu`ra ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |