Ιταλικό Λεξικό
Αρχική
λεξικό
Ελληνο-ιταλικό λεξικό
Ιταλο-ελληνικό λεξικό
Οδηγίες
Συντομογραφίες
Βιβλιογραφικές σημειώσεις
Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
Ιταλική γραμματική
Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρήση
Στείλ' το σ' ένα φίλο
Χάρτης Ιστότοπου
Ποιοι είμαστε
Πoλιτική απορρήτου
Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
Φόρμα επικοινωνίας
Ελληνοιταλικό λεξικό
Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό
βυζούνι
ουσιαστικό ουδέτερο
variante di
[βουζούνι]
permalink
Συνεχίζεται παρακάτω
<< βυζί
βυθίζομαι >>
Sfoglia il dizionario
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Ζ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Βυζάντιο
{Βυζαντίου...
βυζάνω
μτχ. βυζα...
βυζασταρούδι
[ουσ ουδ.]
βυζάστρα
{δύσχρ. βυ...
βυζί
{βυζ-ιού |...
βυζούνι
[ουσ ουδ.]
βυθίζομαι
[ρ. παθ.]
βυθιζόμενος
[ουσ αρσ ]
βυθίζω
{βύθισ-α, ...
βυθίζων
[ουσ αρσ ]
βύθιση
{-ης κ. -ί...
βύθισμα
{βυθίσμ-ατ...
βυθισμένος
[επίθ.]
βυθοκόρος
[θηλ.ουσ]
βυθομετρημένος
[επίθ.]
βυθομέτρηση
{-ης κ. -ή...
βυθομέτρησις
[θηλ.ουσ]
βυθόμετρο
{βυθομέτρ-...
βυθομετρώ
{-είς...} ...
βυθός
[ουσ αρσ ]
Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:
---CACHE---
ΟΙ ΙΣΤΟΤΟΠΟΙ ΜΑΣ
Dizionario italiano
Grammatica italiana
Verbi Italiani
Dizionario-latino
Dizionario greco antico
Dizionario francese
Dizionario inglese
Dizionario tedesco
Dizionario spagnolo
Dizionario greco moderno
Dizionario piemontese
Ricette di cucina
Vacanze in Grecia
En français
Dictionnaire Latin
Verbes italiens
In english
Latin Dictionary
Italian Verbs
In Deutsch
Italienische Verben
En español
Los verbos italianos
Em portugues
Os verbos italianos
По русски
Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
Dissionari piemontèis