Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βελτιώνομαι
ρήμα παθητικό

migliora`re; migliora`rsi τις προσεχείς ημέρες ο καιρός θα βελτιωθεί==nei prossimi giorni il tempo migliorerà

βελτιώνω  
ρήμα μεταβατικό

migliora`re; re`ndere miglio`re βελτιώνω την απόδοσή μου==migliorare il proprio rendimento | βελτιώνω την οικονομική μου κατάσταση==migliorare la propria situazione economica

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βελτιωμένος βελτιώσεις  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---